Αιτητής:
Κοινοτικό Συμβούλιο Καπουτίου
Ενδιαφερόμενες κοινότητες
(σχετικοί φορείς και συνεχιστές του στοιχείου):
Τεχνίτες που γνωρίζουν και συνεχίζουν την τέχνη του καπουθκιώτικου ψαθιού, Κοινοτικό Συμβούλιο Καπουτίου, Προσφυγικό Σωματείο Καλού Χωριού – Καπούτι, Σωματείο Νεολαίας Προσφύγων «Ελεύθερο Καπούτι».
Πεδίο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς:
παραδοσιακές χειροτεχνίες
Έτος εγγραφής:
2015
Γεωγραφική Κατανομή:
Το καπουθκιώτικον ψαθίν κατασκευαζόταν από τις γυναίκες του κατεχόμενου χωριού Καπούτι, που βρίσκεται 7km βορειοανατολικά της Μόρφου και αριθμούσε περίπου χίλιους κατοίκους το 1974. Στα βόρεια του χωριού ρέει ο ποταμός Αλουπός και στα νότια ο Οβγός. Σε φυσικές μικρές λίμνες που σχηματίζονται στους δύο αυτούς ποταμούς φυτρώνει το φλούδι, που αποτελούσε πρώτη ύλη για το ψαθί. Σύμφωνα με πληροφορίες παρόμοιο εργοτέχνημα κατασκευαζόταν και στο Ακρωτήρι Λεμεσού από «σαμάτζι» (εξωτερικό μέρος φλουδιού), σε διαφορετικό αργαλειό.
Σύντομη περιγραφή:
Η τέχνη της κατασκευής του ψαθιού και του ειδικού αργαλειού, σύμφωνα με μαρτυρίες ηλικιωμένων Καπουθιωτών, είναι πολύ παλιά και μεταδιδόταν από γενιά σε γενιά, μέχρι τον εκτοπισμό των κατοίκων το 1974. Στην κατασκευή του ψαθιού εμπλεκόταν όλη η οικογένεια: οι άντρες έκοβαν και μετέφεραν το φλούδι, οι γυναίκες το έπλεκαν και τα παιδιά βοηθούσαν. Η κατασκευή του ψαθιού απαιτεί ειδικές γνώσεις για τη συμπεριφορά και ιδιότητες του υλικού (φυτό φλούδι) καθώς και εμπειρία και δεξιότητες για την κατασκευή του αργαλειού και του εργοτεχνήματος. Η ταύτιση των κατοίκων της κοινότητας με την τέχνη αυτή δημιούργησε την ανάγκη συνέχισής της και μετά το 1974, με νέα δεδομένα πλέον, λόγω της αλλαγής του περιβάλλοντος χώρου και του και των σύγχρονων αναγκών.
Αναλυτική περιγραφή:
Οι κάτοικοι του Καπουτίου ήταν πασίγνωστοι για τα ψαθιά τους και η κοινότητα ταυτίστηκε με το ψαθί. Σήμερα, το ψαθί από αποκλειστικά χρηστικό αντικείμενο απέκτησε και διακοσμητικό χαρακτήρα, γεγονός που επέβαλλε αλλαγές, κυρίως στο μέγεθος. Κατασκευάζονται ψαθιά διαφόρων μεγεθών, τα οποία διακοσμούν τους τοίχους σπιτιών που έχουν αγροτικό χαρακτήρα. Σε σπίτια ή άλλα υποστατικά παραδοσιακού χαρακτήρα χρησιμοποιείται στα ταβάνια αντί ξύλου ή καλαμωτής. Χρησιμοποιείται, επίσης, ως επένδυση σε διάφορα πλαστικά αντικείμενα του σπιτιού. Με τη διάδοσή του, είναι βέβαιο ότι θα προταθούν και άλλες ιδέες για διακοσμητική χρήση, τόσο από τις κατασκευάστριες, όσον και από του χρήστες.
Στάδια κατασκευής:
Κατασκευή του αργαλειού: Με την κατασκευή του αργαλειού ασχολούνταν, κυρίως οι άντρες. Αποτελούνταν από δύο μακριά, (περίπου 240 εκατοστά), στρογγυλά, δοκάρια, κυρίως από πεύκο. Τα δοκάρια αυτά είχαν στα δύο άκρα τους θέσεις στις οποίες εφάρμοζαν τα δύο δκιαζύδκια, μικρότερου μήκους, σχηματίζοντας έτσι ένα ορθογώνιο πλαίσιο. Στις τέσσερεις γωνίες εφαρμόζονταν ξύλινα πόδια. Τα δύο πόδια στη μικρή πλευρά του ορθογώνιου ήταν πιο ψηλά από αυτά της απέναντι πλευράς, όπου καθόταν η υφάντρια, δημιουργώντας έτσι μια κλίση με σκοπό να κυλάει εύκολα το κτένι και να υποβοηθά την υφάντρα στη δουλειά της.
Κόψιμο και αποθήκευση του φλουδιού: Μετά τον θερισμό και το αλώνισμα οι άντρες οργάνωναν ομάδες των τριών, τουλάχιστον, ατόμων και πήγαιναν σε τοποθεσίες όπου υπήρχε φυτρωμένο φλούδι και το μάζευαν. Τέτοιες τοποθεσίες υπήρχαν στα χωριά Συριανοχώρι, Δυο Ποταμοί, Φιλιά, Δένεια, Μια Μηλιά, Ψημολόφου κ.α. Ο πρώτος άντρας ασχολούνταν µε το κόψιμο. Αυτή ήταν και η πιο δύσκολη εργασία. Χρειαζόταν αρκετές φορές να εργάζεται μέσα στο νερό που τον έχωνε μέχρι τη μέση ή και πιο πάνω, ακόμη και σε μέρη όπου υπήρχαν δηλητηριώδη φίδια και πολλά ενοχλητικά κουνούπια. Ο δεύτερος μετέφερε το φλούδι λίγο πιο πίσω, απ’ όπου το αναλάμβανε ο τρίτος. Ο τελευταίος το άνοιγε φύλλο-φύλλο, το άπλωνε στον ήλιο για να στραγγίσει από το νερό και το έκανε δέσμες.
Όταν τελείωνε το μάζεμα και η επεξεργασία του φλουδιού, το μετέφεραν στο χωριό και το άπλωναν για μερικές μέρες στα αλώνια ή στα δώματα (στέγες) των σπιτιών μέχρι να στεγνώσει εντελώς και το φύλαγαν σε μέρη που δεν υπήρχε υγρασία, για να μη μαυρίσει.
Προετοιμασία φλουδιού και κατασκευή ψαθιού: Από το προηγούμενο βράδυ έσχιζαν στη μέση αρκετές φλουδιές, τις ράντιζαν καλά με νερό και τις σκέπαζαν με σακούλες από λινάτσα για να μαλακώσουν και να παραμείνουν βρεγμένες μέχρι τη χρήση τους, ούτως ώστε να δουλεύονται εύκολα. Ακολούθως, γινόταν tο στρίψιμο του τόνου, συνήθως από τις ίδιες τις υφάντριες. Στρίβοντας τις βρεγμένες φλουδιές, με τα χέρια, δημιουργούσαν ένα φλούδινο σχοινί, τον λεγόμενο τόνο. Ο τόνος εκτός από σκελετός για τα ψαθιά χρησίμευε και για το πλέξιμο καθισμάτων για τις καρέκλες καθώς και για την κατασκευή άλλων σκευών.
Η εργασία για το πλέξιμο και την κατασκευή του ψαθιού ξεκινούσε πολύ πρωί. Συναρμολογούσαν πρώτα τη βούφα και την τοποθετούσαν µε τέτοιο τρόπο ώστε οι δύο άκριες των δοκαριών που ήταν προς την πλευρά της υφάντριας να ακουμπούν σε κάποιο στερεό σημείο, για να υπάρχει αντίσταση. Έτσι, όταν η υφάντρια κτυπούσε τις φλουδιές µε το κτένι, δεν μπορούσε να μετακινηθεί από το σημείο που είχε στηθεί αρχικά. Μετά άρχιζε η διαδικασία πλεξίματος του ψαθιού αφού σχηματιζόταν ο σκελετός από τόνο. Στην αρχή η υφάντρα καθόταν χάμω, πάνω σε κάποια ρούχα η μαξιλάρι, με τα πόδια κάτω από τη βούφα. Όταν το πλέξιμο αποκτούσε κάποιο μήκος τοποθετούσε πάνω στη βούφα ένα χοντρό σανίδι που πατούσε στα πλευρινά δοκάρια και καθόταν σε αυτό. Όσο προχωρούσε το πλέξιμο το μετακινούσε.
Χρήσεις του ψαθιού:
- Άπλωμα διαφόρων προϊόντων για αποξήρανση ή για στέγνωμα στον ήλιο, όπως τραχανάς, ελιές, σιτάρι κ.ά.
- Τοποθέτηση στην είσοδο για σκούπισμα των παπουτσιών.
- Σε σπίτια ή άλλα υποστατικά παραδοσιακού χαρακτήρα: στα ταβάνια αντί ξύλου ή καλαμωτής
- Υπόστρωμα δίπλα από το κρεβάτι.
- Ως τραπέζι: το άπλωναν κατάχαμα και κάθονταν επάνω για να φάνε.
- Οι Οθωμανοί τύλιγαν με το ψαθί τους νεκρούς πριν την ταφή, γιατί δεν έπρεπε το σώμα να έρχεται σε άμεση επαφή με το χώμα.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
Γεννάδιος Π.Γ. (1959), Λεξικόν Φυτολογικόν, Αθήναι: Μόσχος Χρ. Γκιούρδας.
Ζαμπάς, Α. επιμ. (2014), Το Καπούτι, Λευκωσία.
Ιωνάς (2001), Παραδοσιακά επαγγέλματα της Κύπρου, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών ΧΧΧVΙΙ, Λευκωσία.
Κυπρή, Θ. εκδ. (1983), Γλωσσάριον Ξενοφώντος Π. Φαρμακίδου, Λευκωσία: Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών.
Λαογραφική Κύπρος, 1971:2, σσ. 94-96.
Επικοινωνία:
Χαράλαμπος Ττερλικκάς
Κοινοτάρχης Καπουτίου
Email: chterlikas@gmail.com
Φαξ: 22815350